Κένταγα τα όνειρα με το απάνεμο αδράχτι,
και μες στη δαχτυλήθρα είχα κρυμμένη νεραϊδόσκονη,
να πασπαλίσω του ύπνου την πνοή να γίνει οφθαλμαπάτη.
Κι όπως εκπνέει ο χρόνος τον μήνα του Αλωνάρη,
την κόψη δοκιμάζω στ' ακροδάχτυλο απο του Χάρου το δρεπάνι,
"άδραξε τη μέρα" ψιθυρίζει,
όπως σταχυολογεί ένα δεμάτι και δακρύζει.
και μες στη δαχτυλήθρα είχα κρυμμένη νεραϊδόσκονη,
να πασπαλίσω του ύπνου την πνοή να γίνει οφθαλμαπάτη.
Κι όπως εκπνέει ο χρόνος τον μήνα του Αλωνάρη,
την κόψη δοκιμάζω στ' ακροδάχτυλο απο του Χάρου το δρεπάνι,
"άδραξε τη μέρα" ψιθυρίζει,
όπως σταχυολογεί ένα δεμάτι και δακρύζει.