Sunday, July 26, 2020

Και κούνησες τα χείλη σου σε είδα, με τα μάτια μου δεμένα, καθώς αποτιμούσα τον έλικα απ' τη σπείρα. Κούνησες τα χείλη επιτημιτικά, κι είδα τη φωνή σου ν' απλώνει στον αέρα, ανάμεσα σε μάτια ερμητικά αόρατα.  Και όταν άνοιξες το στόμα, ξεχύθηκαν πυγολαμπίδες, να κλείσουν της απαστράπτουσας νύχτας τις τρύπες, και είπες:
"Δε μπορώ να μιλήσω", το άκουσα, το είπες,
"μ' ακούς;", συνέχισες,
"μπορείς να μ' ακούσεις;" ψιθύρισες,
"ΠΕΣ ΜΟΥ ΟΤΙ ΜΠΟΡΕΙΣ", βροντοφώναξες.

-Μπορώ. Εσύ μπορείς;
-Τι είπες;
-Μίλησες;

Sunday, July 5, 2020

Άκουγα τα σύννεφα να εκρήγνυνται με μανία,
πάνω απ' την τυφλή οργή της φωνής σου τον μανδύα,
κι όπως μια σκεπή που τρίζει όλο αγωνία,
σαν το χιόνι που τη ντύνει, λιώνει χωρίς λαγνεία,
"Ψηλή σηκώστε στέγη ξυλουργοί",
σκέφτομαι και στέκω προσοχή.