Wednesday, June 7, 2023

Γλιστρίδα είδα

Προσπαθούσα να αναπλάσω κάτι το συγκεκριμένο.
Να μην είναι αόριστα κι ασυναίσθητα φορτισμένο,
τίποτα το αφηρημένο που να μη μπορώ να κρατάω λυμένο,
μια να τ’ αφήνω και μια να το πιάνω,
με δέρμα απ' το σχοινί σκισμένο.
Σαν αυτόν εκεί στη σκηνή πάνω,
που ενώ με φαινομενικά δυο
μάτια σκληρά σαν τροχισμένα γυαλιά
αδιαφανή σκούρα δίχως σκοτούρα καμιά
μήτε αμελητέο μέλημα, άκρατη συνδρομή και μέριμνα,  
ξέχειλος προβληματισμούς, κοινωνικούς παροξυσμούς, πρόνοια και μέρισμα,
εμπνέοντας αγάπη ενύπνια μ’ άγουρο ξύπνημα,
διάχυτο μεστό μίσος που ταΐζει των αδικοχαμένων ο ύπνος,
δύσπεπτο μένος, ταπεινός και πεινασμένος,
υποφερτά χαρούμενος αφόρητα δυστυχισμένος,
όσο ατενίζει το αχανές και αφανές απρόσωπο μέλλον,
εύπλαστο σαν ακόρεστο κορμό σοκολάτας ζυμωμένο,
απρογραμμάτιστα άναρθρο ουρλιαχτό που διαφωνεί,
συγκεχυμένα ρευστό σα σχέδιο από νωπογραφία υγρή,
παιδαριώδες, υδαρές αλλά διαμορφωμένο,
όλο έγνοιες με νόημα κι ατόφιο ενδιαφέρον,
κράμα χρεώσεων ειλημμένων, αμείλικτων ρητών κατακερματισμένων,
payback's a bitch, life is a witch, please please please, dominatrix and tricks,
χαρμολύπη νηπενθή σαν την κρούστα απ’ την πληγή που θρέφει,
όσο ο λιμός ολοένα πάει κι αγριεύει και θεριεύει,
κραυγή που σκαρφαλώνει, χέρια στ’ αυτιά, μένει μετέωρη κι η τζαμαρία πέφτει,
παύση αλγεινή λοιπόν, παυσίλυπον, χαμαιτυπείο χαμερπών,
μαζί με την αναπνοή, μιλώντας για τη ζωή, κρατάει και πισινή
μην κάτσει κι εκτεθεί πέρα από κάθε ανασκευή,
προφέροντας ακατανόμαστα μια λάθος λέξη,
different day, same seat, mais merde! (c)rime Rimbaudelaire,
γράμμα το γράμμα ενώ ραπάρει, 
δύστυχο στίχο και στροφή γύρω απ' το κυκλικό φεγγάρι,
πιρουέτα μισή σε χείμαρρο υποσχέσεων αδρανή,
σεληνιακό τοπίο σε τροχιά μηνίσκου αβλεπή, βουτιά κάνει,
άλμα εις τριπλούν πάνω απο δίπτυχο τοίχο με αυτιά που ακούν,
τραβάει γραμμή, σβήνει με Χ και υπερθεματίζει.
Σ' αυτό ήμουνα πάντα καλή,
η ακακία ανθιζει,
κι ήρθε νομίζω τώρα η σωστή στιγμή
να εισηγηθώ καλού κακού μια αιώνια πηγή που λαμπυρίζει :
«ενόραση»  θα πω με μια λέξη.
Ποιητική σαν δίκαιη μέθεξη στου πόνου την πλέξη.
Κι η φευγαλέα σιωπή με μια ματιά απλανή έξω από ΄δω ας τρέξει,
σαν τον ψωμάνθρωπο και τα σύννεφα στον ουρανό πριν βρέξει,
τα χρώματα της ίριδας που βάφουν τη σκεπή,
την άτακτη Πούλια και τον Αυγερινό μαζί,
λαγούς με πέτρα χείλια, γλώσσα, καρδιά αρραγή,
πριν φέξει και χρωματιστεί εν' αδιόρατο γέλιο ευτυχίας στη φωνή.

No comments:

Post a Comment