Saturday, March 23, 2019

Αν  άφηνες τη σκέψη σου να πετάξει,
σαν αποδημητικό πουλί που στέργει τη φωλιά του κάπου άλλου να φτιάξει,
και άφηνες το σώμα σου κι αυτό,
να βαλτώνει μέσα σ'έναν μανδύα που σε βαφτίζει "μουρλό",
Δε θ'άφηνα ποτέ το χέρι σου να πέσει σ'αστάθμητα βάθη,
εκεί που κολυμπούν δεμένα πισθάγκωνα τ' ανεπανόρθωτα λάθη,
χωρίς το χαμόγελό μου να κρεμαστεί απ'των χειλιών σου το χείλος σ'απύθμενη έκσταση ,
ρωτώντας αν ποτέ θα μπορέσει, της παλάμης σου τις γραμμές να διαβάσει,
σ' εμβρυϊκή  σταση,
πριν την κραυγή απ'το στόμα σου μ'ένα υγρό φιλί σφαγιάσει.

Και θα κεντήσω το ατόφιο δέρμα σου με της ανέμης το αδράχτι,
να στιγματίσω ανεξίτηλα με του αίματος τη μελάνη,
πως σ'αγαπώ γιατί έχεις χέρια καθαρά και μάτια απλανή,
με βλέμμα που αγκαλιάζει σαν φτερούγα και περονιάζει τη σιωπή,
μ'απόσταγμα απο ευωδιαστά λουλούδια.

Και θα ενσταλάξω την ομορφιά σου στον καθρέφτη μου μέσα,
μ'αυτήν θα τον ξεπλύνω οπως τον άρρωστο μια αρωματική κομπρέσα,
κι εμπύρετη θα τρεκλίσω,
πριν μέσα στη μαγική μου σφαίρα την κλείσω ,
για να μπορώ να ατενίζω τη ζωή,
κάθε που την κοιτάζω έντρομη αλλά και ντροπαλή,
ακούγοντας τον ρόγχο του θανάτου που αργοπεθαίνει,
ασφυκτιώντας αναπόδραστα μες στης πνοής σου την αιώνια μέθη.

Διψώντας ολόκληρη, έχοντας κορακιάσει,
αχόρταγη σαν λύκος για έρωτα κι αγάπη.

4-3-19

No comments:

Post a Comment