Thursday, March 21, 2019

ΟΡΓΗ

Όργωνε τη θάλασσα η πλώρη, 
σαν σ'είδα να καθέσαι εκεί,
σ'ενα ανοιχτό βιβλίο κοίταγες το γέρμα, 
 κι ανέπνεες τη σκόνη, κόκκινη κι αυτή.

Τα μάτια του ήταν πράσινα σαν άγουρα σταφύλια, 
το ζουμερό του στόμα μέλι απο πασσιφλόρα, 
μίλαγε κι άκουγα κύματα εκστατικά να σπάνε συνουσιαζόμενα σε χίλια,
μύρια, άπειρα μικρά στολίδια. 

 Μαργαριτάρια από την Ταγγέρη, 
δάνειζαν το χρώμα τους στο απαλό του χέρι,
αλέκιαστο από αίμα, αθώο σαν Άραβας σε κάποια παραλία στ' Αλγέρι,
κι η γλώσσα του κι αυτή, κρύα και ξενιτεμένη: "Τι πάει να πει ντροπή;" 

H ρωγμή που ανοίγει των ματιών σου 
η λαλίστατη σιγή. 
Κι η καρδιά μου που αθόρυβα, 
αιμορραγεί. 

Χτυπάω παλαμάκια μπας και κάτι ακουστεί.
Τα μάγουλά μου καίνε σαν κροταφική πληγή. 

31-1-19

No comments:

Post a Comment